Δυο λόγια για τη διαφορετικότητα

Εικόνα Δημήτρης Παπανικολάου

Η ποιοτική διαφορά στην προσέγγιση της ετεροκανονικότητας βρίσκεται στην εστίαση στα πρόσωπα των ίδιων των παιδιών, και όχι στην κατηγοριοποίηση αυτών ως ασθενή, περίεργα ή μη κανονικά. Βάζοντας τα ίδια στο κάδρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, και όχι τα στερεότυπα για τις κατασκευασμένες ταυτότητές τους, καταφέρνουμε να τους μεταφέρουμε ένα κομμάτι της γνώσης που βρίσκεται κλεισμένη στα διαχωριστικά όρια του ατόμου και της κοινωνίας, διαρρηγνύοντας με αυτόν τον τρόπο το πλέγμα που θέτει τις βάσεις της κανονικότητας, μεταξύ της ατομικής αναπαραγωγής της ανισότητας του διαφορετικού και των κοινωνικών προκαταλήψεων, αναδεικνύοντας έτσι τις συνέπειες του στιγματισμού.

Σαφώς για όλους τους ανθρώπους, και πόσο μάλλον για τα παιδιά, και δη αυτά που χρίζουν κάποιων επιπλέον παροχών ώστε να φτάσουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στις δυνατότητές τους, είναι να εξασφαλιστεί η αυτονομία τους αλλά και η αδιαμεσολάβητη έκφραση τους με όλους τους τρόπους επικοινωνίας, διαχωρίζοντας όμως  τις ερμηνείες της ιατρικής από την αποτύπωση της ανθρώπινης διαφορετικότητας. Σημαντικό είναι δηλαδή να αντιληφθούμε ότι οποιαδήποτε μαθησιακή ή θεραπευτική διαδικασία μέσω της επιστήμης είναι πρώτα από όλα ένα προϊόν διαπροσωπικής επαφής. Ως αποτέλεσμα,  η εμμονή της δαιμονοποίησης του διαφορετικού κατά τη διαδικασία θα πρέπει να υπερσκελίζεται, και η κατάρα των διαταραχών συμβολικά τουλάχιστον να εξορίζεται, αποτινάσσοντας τα δεσμά του στιγματισμού από  το παιδικό σώμα.

Εξάλλου, όσοι έχουμε ζήσει με αυτά τα παιδιά, που ομογενοποιούνται υπό τη κατασκευασμένη κοινωνική συνθήκη των διαταραχών, έχουμε αντιληφθεί όχι μόνο από τον τρόπο που σκέφτονται αλλά και από το πώς χρησιμοποιούν το λόγο, από τις ανησυχίες τους και από το ανάστημα που βλέπουμε να υψώνουν μέσα από τη κοινωνική κατασκευή της μειονεκτικής τους θέσης,  ότι όταν εκφράζουν με τον δικό τους τρόπο και μέσω της δικιάς τους φωνής τον κόσμο, μας κάνουν να πιστεύουμε ότι η διαχείριση της διαφορετικότητας αυτών των παιδιών στο σήμερα είναι ο τρόπος που επέλεξε η κοινωνία χτες να διαχειριστεί το Άλλο.

Η αντιπαραβολή μια συμβολικής αντιπαράθεσης του ισχύοντος καθεστώτος και μια νέας κοινωνικής τάσης που θα έθετε το ζήτημα  των αναπτυξιακών διαταραχών σε άλλη βάση, όπου δεν θα  βλέπουμε αρρώστους που έχουν απλά ανάγκη βοήθειας αλλά ενεργά υποκείμενα που έχουν τις προοπτικές να παράγουν έργα, θα οδηγούσε την επιστήμη και όλη την κοινωνία στο να μη αντιλαμβάνεται αυτά τα παιδιά ως παρεκκλίνουσες προσωπικότητες, αλλά στο να τα καθοδηγήσει να πάρουν μέρος τα ίδια στην κατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας και τους δώσει βήμα να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους και τις σκέψεις τους. Κάπως έτσι, λοιπόν, θα έπρεπε να αντιλαμβανόμαστε και την ειδική αγωγή, ως ένα μέσο έκφρασης και χειραγώγησης του χωροχρόνου τους δηλαδή.

Τα αποτελέσματα  μιας προσέγγισης αυτού του τύπου μπορούν να ξεπεράσουν τα οποιαδήποτε θεωρητικά εργαλεία αποτύπωσης της πραγματικότητας με την πολυπλοκότητά τους και την εκφραστική δυνατότητα που δημιουργείται κατά την ψυχοπαιδαγωγική διαδικασία. Πόσο μάλλον όταν εστιάζουν στις παιδικές ιστορίες και δεν στοχεύουν απλά στην αποδοχή τους από την υπόλοιπη κοινωνία. Τότε, όσον αφορά και το δικαίωμα στην διαφορετικότητα, μπορούν πράγματι να επιτελέσουν και το ρόλο του αντίθετου πόλου της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την παθολογικοποίηση της καθημερινότητας.

Τα χαρακτηριστικά, λοιπόν, της οποιασδήποτε επιστημονικής θέσης θα πρέπει να βρίσκονται  στην όσο το δυνατόν αντικειμενικοποιημένη θέση της. Ότι δεν πρέπει να είναι ούτε θετικά ούτε αρνητικά διακείμενη στην διαφορετικότητα, αλλά να αποφεύγει τον πειρασμό για οποιονδήποτε ασχολείται με τον άνθρωπο, αυτόν της προσέγγισης αποτελεσμάτων μεγάλη κλίμακας και των περιορισμών του, αφήνοντας χώρο στην αυθόρμητη έκφραση των υποκειμένων που δομούν την προσωπική τους ταυτότητα, βοηθώντας έτσι να ανακαλύψουμε τη ζωή τους και τις σκέψεις τους πίσω από την ταμπέλα των διαταραχών. Στόχος; Η σύλληψη της κατάστασης της ετερότητας και η αποδόμηση των στερεοτύπων.

Ο άνθρωπος, λοιπόν, δύναται να δει με δύο τρόπους. Είτε οπτικά μέσω της εικόνας είτε φανταστικά μέσω του μυαλού. Ένα παιδί πραγματώνει και τα δύο, λόγω του πραγματικά διαφορετικού τρόπου απόδοσης της πραγματικότητας. Η σχέση μεταξύ φανταστικού και πραγματικότητας κατ’ αυτόν τον τρόπο εμφανίζεται συμβατή αλλά ταυτόχρονα και εχθρική, στην περίπτωση που η ερμηνεία του κόσμου περιορίζεται σε αυστηρά επιστημονικές αλήθειες και δεν λαμβάνει υπόψη την διαφορετικότητα κάθε παιδιού, τα μέσα που αξιοποιεί για να αποτυπώσει τις σκέψεις του, τον τρόπο που χρησιμοποιεί την γλώσσα καθώς και ότι αυτό που ονομάζουμε φυσιολογικό και κανονικό αποτελεί σε μεγάλο βαθμό μια κοινωνική σύμβαση.

Όταν τα ίδια τα παιδιά λαμβάνονται υπόψη ως προσωπικές ιστορίες, οι απλοϊκοί ήρωες που προκύπτουν καταφέρνουν να βγάλουν τα ανθρώπινα βιώματα από τις θεωρίες των βιβλίων και να τα αποτυπώσουν στην πραγματικότητα. Κατά αυτό τον τρόπο δίνεται βάρος στο πρόσωπο που αλληλεπιδρούμε και όχι στην διάγνωσή του. Έτσι η μαθησιακή ή η θεραπευτική διαδικασία γίνεται προϊόν συλλογικής εργασίας στο οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές και όχι ο δημιουργός. Η υψηλή παιδαγωγική αξία τέτοιου τύπου προσεγγίσεων εναπόκειται όμως στην διάρρηξή τους ως επιστημονικά προϊόντα και στην μετατροπή τους σε εργαλεία χειραφέτησης, μακριά από την λογική του στίγματος. Σίγουρα σαν εργαλείο χειραφέτησης αυτών των παιδιών, η ψυχοπαιδαγωγική υποστήριξη πρέπει να μην συγχύζει, αλλά να συγκινεί και να προβληματίζει για τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στο σχολείο και τον ρόλο τους στην διαχείριση της διαφορετικότητας. Απαραίτητο είναι όμως να τοποθετεί τις ταμπέλες -ειδικά της ψυχιατρικής- στο κάδρο της ιστορίας των ανθρώπινων κοινωνιών, εκεί δηλαδή που θα έπρεπε να βρίσκονται χρόνια τώρα και να μεταφέρει τις λέξεις-σύμβολα στα πρόσωπα, στις σκέψεις, στις καταστάσεις δομώντας την εικόνα του στίγματος ως ένα απάνθρωπο μέσο καταπίεσης.

Η επίγευση, λοιπόν, από αυτό κείμενο είναι η αντίληψη που θα πρέπει να μείνει για το πόσο σχετικό είναι αυτό που ονομάζουμε γενικά ως διαταραχές. Ως αποτέλεσμα, οι συνειρμικές σκέψεις που πρέπει να ακολουθηθούν από τη γνωριμία με αυτά τα παιδιά θα πρέπει  να ορίζονται υπό το φως νέων δεδομένων με βάση τις πολιτισμικές και κοινωνικές κατασκευές για τη διαφορετικότητα. Εκεί βρίσκεται και η επιτυχία του έργου του εκπαιδευτικού. Η επίτευξη της γνωστικής ασυμφωνίας που προκύπτει όταν φωτίζεται η πλευρά ενός θέματος από άλλη οπτική είναι το μόνο όπλο  για ένα συμβολικό μέσο, όπως η γλώσσα, ώστε να μεταφέρουμε ένα μέρος του Άλλου για την διαχείριση που υφίσταται. Το πρόβλημα όμως βρίσκεται στο ότι σπανίως δίνεται βήμα σε αυτά τα παιδιά να εκφραστούν.

Οι εκπαιδευτικοί αυτών των παιδιών, λοιπόν, θα πρέπει να μετατρέπονται στο μάτι του κοινωνικού παρατηρητή που παγιώνει και δεν υπερβαίνει, αλλά απλώς κοιτά και αντιλαμβάνεται τη διαφορά μεταξύ του φυσικού γεγονότος και της αποτύπωσης. Μια επιστήμη που δεν ταυτίζει τις κοινωνικές κατασκευές με την πραγματικότητα αλλά καταφέρνει να σέβεται το διαφορετικό, απελευθερώνοντας ταυτόχρονα από την υποκειμενική όραση. Απελευθερώνοντας την άποψη από την φυσική παρατήρηση μετατρέπει σταδιακά και το βλέμμα του παιδιού σε παντογνωστικό μέσω της πανανθρώπινης κατάστασης της ενσυναίσθησης.

Η χρησιμοποίηση ατόμων και αντικειμένων, οι αφηγήσεις των υποκειμένων και οι αισθητικοί κώδικες που μπορούν να εκμαιευθούν μπορούν να εντείνουν τον ρεαλισμό στην αποτύπωση  της πραγματικότητας, καθοδηγώντας το βλέμμα του δέκτη προς το επιδιωκόμενο νόημα. Η κινητικότητα στις πρακτικές μπορούν να προσδώσουν ενδιαφέρον και βάθος στην εκπαίδευση του κάθε χαρακτήρα που δουλεύουμε κατά την διάρκεια της μαθησιακής διαδικασίας, και οι πειραματισμοί μπορούν να  επαναπροσδιορίζουν την ανθρώπινη φυσιογνωμία, αποτελώντας ταυτόχρονα τον πρόδρομο της μη λεκτικής επικοινωνίας, καθώς τα προβαλλόμενα συναισθήματα των πρωταγωνιστών δεν χρειάζεται να γίνουν γνωστά ή κατανοητά με την αυστηρή έννοια των όρων. Οι απεριόριστες δυνατότητες των παιδιών οδηγούν σε ουσιαστικότερες κατευθύνσεις, αποστασιοποιούν από την αυστηρότητα του επιστημονικού λόγου και αφήνουν χώρο στον ιδιαίτερο χαρακτήρα κάθε ανθρώπου, στην ξεχωριστή προσωπικότητά του.

Σαφώς και είναι σημαντικό ο χώρος και οι ρόλοι να οριοθετούνται μεταξύ των δύο αντιθετικών καταστάσεων του εκπαιδευτικού και του μαθητή, με στόχευση όμως το ξεπέρασμά τους, την απελευθέρωση δηλαδή από τους τύπους. Εντός ή εκτός μαθησιακής διαδικασίας μην ξεχνούμε ότι οι πρωταγωνιστές σκέπτονται, αισθάνονται και μιλούν. Αυτό που καθορίζει την διαφορά τους είναι το αν βρίσκονται εκτός ή εντός των ορίων. Το πείραμα που πρέπει να προκύπτει από την ψυχοπαιδαγωγική προσέγγιση κρίνεται κάθε φορά από το αποτέλεσμα. Αν οι μέθοδοι επιτυγχάνουν τον σκοπό τους φαίνεται ακριβώς την στιγμή που το παιδί προσπαθεί να μετατρέψει τα λόγια των εκπαιδευτικών και των θεραπευτών του σε προσωπική του σκέψη, να συνδέσει την μνήμη του χτες με το τώρα, να ταυτίσει όνειρα και εφιάλτες με την ροή της σκέψης του, και να αντιληφθεί ότι δεν είναι απλά κάποιος περίεργος ή απείθαρχος, αλλά δυνητικά ο κάθε ένας από εμάς.

Βρείτε ένα θέμα άμεσα!

Αφίσα της δράσης Μένουμε Ενωμένοι, μία πρωτοβουλία του noesi.gr για την εξ αποστάσεως υποστήριξη κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19.
✰ Ψηφιακή Αλληλεγγύη NOESI.gr
Η νόηση στο διαδίκτυο είναι μία κοινότητα μελών με Βιολόγια με προσωπικές εμπειρίες, που τροφοδοτούν συζητήσεις, και Οδηγούς, μία κοιτίδα γνώσης. Οι Ομάδες εμφανίζουν τα posts ανά τοποθεσία ή θέμα και η Αρχική τα πιο πρόσφατα.
Οδηγίες​ για να γράψετε "Βιολόγιο". Για να δημοσιεύσετε, μπείτε ως μέλος (Login). Μετά, από το μενού Πλοήγηση επιλέξτε Δημοσιεύστε νέο κείμενο. Επιλέξτε είδος ανάρτησης, συμπληρώστε τη φόρμα με κείμενο, πατήστε Ανάρτηση.