Ετυμολογία
Η λέξη αναπηρία έχει τη ρίζα της στο ρήμα "πηρώ" που σημαίνει "καθιστώ κάποιον μη ικανό, ατελή". Πήρωσις είναι "η έλλειψη αρτιότητας, δηλ. η μερική ή ολική έλλειψη μέλους, οργάνου ή λειτουργίας". Το "πηρώ" προέρχεται από το "πήμα" που σημαίνει πόνος, δυστυχία, πάθημα.
"Πήμα και χαρά κυκλούσιν".
"Ο πόνος και η χαρά κύκλο κάνουν".
— Σοφοκλής.
Πρόσφατα σχόλια