Έρωτας αναλφάβητος (αληθινή ιστορία)

Εικόνα ligeri
Μια αληθινή ιστορία με φανταστικά ονόματα και τόπους. Θέλει κουράγιο, να φτάσει μέχρι το τέλος ο αναγνώστης, να πάρει μια βαθιά ανάσα για ν’ αρχίσει να συλλογάται... Στα δεκαεπτά του ο Ορέστης απ’ την Κρήτη, μπήκε στο πλοίο της γραμμής και το ξημέρωμα τον βρήκε στον Πειραιά. Στο χωριό του στα Χανιά, άφησε την μάνα του και τα δύο του αδέλφια αποκαταστημένα. Εκείνος ήλθε στην Αθήνα να κάνει την τύχη του. Τράβηξε για τα Πατήσια, όπου έμενε η μεγάλη του αδελφή Μαρίκα παντρεμένη μ’ έναν πατριώτη τους. Ζήτησε κατάλυμα και το βρήκε. Σύντομα έπιασε δουλειά σ’ ένα εργαστήριο αρτοποιίας. Δουλευταράς και φιλόδοξος δεν άργησε να μάθει την δουλειά. Σε πέντε χρόνια άνοιξε δικό του μαγαζί. Η επαγγελματική του εξέλιξη ήταν ραγδαία στα επόμενα 10 χρόνια. Εργαστήριο Ζαχαροπλαστικης έχτισε σε οικόπεδο ιδιόκτητο, στην Άνω Γλυφάδα. Το αγόρασε με τις οικονομίες από την σκληρή δουλειά του. Η προσωπική του ζωή, σελίδα κενή... Κάτι σημειώσεις ανορθόγραφες από σχέσεις ευφήμερες περαστικές κι’ ανυπόγραφες. Κατά τα άλλα μαγγανοπήγαδο. Μέρα-νύχτα δουλειά (στο εργαστήρι κοιμόταν) είχε και τρεις Αλβανούς στην δούλεψή του. Την ΄Άννα την γνώρισε Μεγάλο Σάββατο στην Ανάσταση. Είχε κατέβει στο χωριό του για τα βαφτίσια της μικρής ανιψιάς του. Στην βάφτιση και στη συνέχεια στο γλέντι δεν πήρε τα μάτια του από πάνω της . Η ΄Άννα ήταν κοντούλα, μικροκαμωμένη, μαζεμένη, κλειστή, απόμακρη, σχεδόν απούσα. Μόνο σ’ ένα πεντοζάλη έλαβε μέρος. Είχε όμως κάτι μάτια, μα κάτι πελώρια μαύρα μάτια σωστοί μαγνήτες. Εκείνο το βράδυ στο γλέντι, του έριξε αρκετές κλεφτές ματιές κι ο Ορέστης λαγοκοιμήθηκε μαζί τους την υπόλοιπη νύχτα. Το πρωί μίλησε στην αδελφή του. - « Ποια είναι αυτή η μικρή που...» - Καλέ το Αννιώ του Γιώργη του καντηλανάφτη είναι δεν το θυμάσαι; Όχι δεν το θυμόταν, το είχε αφήσει μικρό, τώρα μεγάλωσε και το θέλει. - Έλα στα συγκαλά σου. Φρόνιμο κορίτσι είναι δε λέω και δεν πειράζει που είναι πάμπτωχο. Αλλά είναι μόνο δεκάξι χρονών και συ τριάντα δύο, το σκέφτηκες καλά; Ο Ορέστης το σκέφτηκε και το αποφάσισε και την ζήτησε απευθείας από τον πατέρα της ο ίδιος. Η Άννα, λες και να το είχε εκείνη σχεδιάσει είπε αμέσως ΝΑΙ. Ωραίο παλικάρι ήταν ο Ορέστης, είχε τον τρόπο του. Δική του δουλειά, και λιμουζίνα. Ο ίδιος την ζήτησε ,που σημαίνει παίζει κι έρωτας, και το σπουδαιότερο θα πάει να μείνει μαζί του στην Αθήνα. Εκεί την οδηγούσαν πάντα τα όνειρά της. Τι άλλο ήθελε; Δεν περίμενε κανέναν καλλίτερο πρίγκιπα!! Παντρεμένοι πια, η Άννα και ο Ορέστης, εγκαταστάθηκαν στην Άνω γλυφάδα, πάνω από το Εργαστήριο της Ζαχαροπλαστικής, όπου ο Ορέστης είχε σηκώσει τον πρώτο όροφο (οι υπόλοιποι τρεις, σιγά-σιγά). Σε εννιά μήνες σπάσανε τα νερά της Άννας. Κανείς δεν ξέρει λεπτομέρειες για την αιτία του δράματος που ακολούθησε. Η μεγάλη του η αδελφή η Μαρίκα κυκλοφόρησε την είδηση ότι η Άννα ντρεπόταν και δεν άνοιγε τα πόδια της στην γέννα, και το παιδί - αγόρι - πιέστηκε στο κεφάλι, και γεννήθηκε με βαριά αναπηρία. [Να μην τους κολλήσουν και την ρετσινιά καμιάς κληρονομικότητας]. Μεγαλώνουν κι άλλα παιδιά στο σόϊ... Η πόρτα του σπιτιού τους, μπουκαπόρτα βαριά , έπεσε και φυλάκισε την ζωή τους. Μέσα από την φυλακή της η παλιά απούσα Άννα έδινε κάθε μέρα ένα ηχηρό παρών στην ζωή. Στα τριάντα δύο της χρόνια, μεγαλώνει τέσσερα παιδιά, το ένα μετά το άλλο και υπηρετεί έναν άντρα που έρχεται σπίτι μόνο για να κοιμηθεί. [Πώς τα έκανα τα παιδιά και γω δεν ξέρω λέει καμιά φορά, σαρκάζοντας την ζωή της.] Ένα βράδυ, μόλις πλάγιασαν μονολόγησε η Άννα. - «Δεν αντέχω άλλο. Το Μανωλιό μας έγινε άντρας, με ξεπέρασε, δεν μπορώ να τον σηκώνω, κουράστηκα. Καμιά ώρα θα πέσω και θα γίνω κομμάτια. Η Μαρίκα μου είπε, ότι υπάρχει ένα ίδρυμα στην Αθήνα που τα παίρνουν, τα περιποιούνται μέχρι το τέλος. Ό Ορέστης τινάχτηκε όρθιος και την κατακεραύνωσε στην γλώσσα τους. « Διάολε τσ’ απολιμάρες σου, ίντα λές; Το πρώτο μου παιδί, το Μανωλιό μου, στο ίδρυμα; Εδώ γυναίκες για να ζήσουν τα παιδιά τους ξενιτεύονται και ξεσκατίζουν αρρώστους γέρους και συ το δικό σου ανάπηρο δεν μπορείς να χουλαντρίσεις μέσα στο σπίτι σου; Κουζουλάθηκες μωρέ; [Ούτε λόγος για βοήθεια στο σπίτι, ήταν πολύ σφικτός ο Ορέστης] Χαλαζόπετρες στην καρδιά της Άννας τα λόγια του άντρα της. Πάγοι που δεν λιώνουν και καταψύχουν την ψυχή της. Λες κι η ώρα ήταν ανοιχτή. Πριν περάσει μια εβδομάδα, μ΄ ένα καλάθι ρούχα αγκαλιά η Άννα μέτρησε από την ταράτσα έναν όροφο σκαλιά και πλατειάστηκε στο πλατύσκαλο στην πόρτα της μπροστά. Ούρλιαζε από τους πόνους, δεν μπόραγε να σηκωθεί. Ούρλιαζε και το Μανωλιό μέσα στο διαμέρισμα. [Αυτή ήταν η μιλιά του.] Άνθρωπο γύρευαν κι οι δυο. Δεν υπήρχε κανείς. Όταν ανέβηκε το μεσημέρι ο Ορέστης, βρήκε την Άννα ημιλιπόθυμη στο μάρμαρο και το Μανωλιό πεσμένο μπρούμυτα στο πάτωμα, ανάμεσα στα περιττώματά του. Φρίκη!! Πολλαπλά κατάγματα στην λεκάνη, δύο εγχειρήσεις μέσα σε ένα χρόνο η Άννα, καθηλωμένη στο κρεβάτι, ανήμπορη να αυτοεξυπηρετηθεί και να υπηρετήσει. Δεν πήγαινε άλλο. Το Μανωλιό μπήκε στο Ίδρυμα και για το σπίτι και την οικογένεια, ο Ορέστης βρήκε μια οικονομική Μολδαβή καμιά σαρανταπενταριά χρονών. Αλλά τι να πρωτοκάνει κι αυτή; Συχνά-πυκνά ερχόταν και η κόρη της η Νατάσσα να βοηθήσει. Μια δίμετρη, γαλανομάτα καλλονή 22 Μαΐων , να την πιεις στο ποτήρι. Οι Μολδαβές πήραν την κατάσταση στα χέρια τους μέσα στο σπίτι . Η Νατάσσα βοήθαγε και στο εργαστήριο και όχι μόνο. Το χαμόγελο μπήκε δειλά-δειλά στην ζωή τους. Γέλια, αστεία, παιχνίδια η Νατάσσα με τα παιδιά, χαμόγελα και φλύαρες σιωπές με τον Ορέστη... Η ΄Αννα τα έβλεπε, τα ένοιωθε όλα αυτά αλλά μιλιά δεν έβγαζε , βυθισμένη σε καραμπινάτη κατάθλιψη. Ο Ορέστης αποφάσισε να πάει στο ίδρυμα να δει τον Μανωλιό. Από τότε που το παιδί μπήκε μέσα, από το τηλέφωνο μάθαινε ότι ζει. Δεν άντεχε να το δει, [ ποιος ξέρει πώς;] φοβότανε τον εαυτό του. Εκείνο το πρωί της Κυριακής, τον ξεπέρασε -έτσι τουλάχιστον νόμιζε - και πήγε. Μια ηλιόλουστη αλκυονίδα μέρα του Γενάρη. Στάθηκε έξω από την καγκελόπορτα του ιδρύματος. Μπροστά μια μικρή αυλή με δέντρα λιγοστά και λουλούδια γύρω-γύρω στα παρτέρια. Κάποιοι ασθενείς ήταν εκεί καθηλωμένοι στα καρότσια τους, 2-3 κοπέλες με λευκή ποδιά περιφέρονταν. Περιέφερε την ματιά του πέρα-δώθε και κείνη έπεσε πάνω σε ένα καρότσι αναπηρικό, που κρατούσε σφικτά στην αγκαλιά του, ένα σώμα δεμένο με ιμάντες. Ήταν το Μανωλιό.. Μια δυνατή κραυγή βγήκε από τα σπλάχνα του Ορέστη. Παιδί μου!!! Ο Μανωλιός σαν από ένστικτο γύρισε το κεφαλάκι του (ήταν το μόνο μέρος του σώματός του που όριζε) προς τα κει που ερχόταν η κραυγή. Το ουρλιαχτό του ξέσχισε την απανεμιά. Τα λουλουδάκια και τα φυλλώματα των δέντρων ελαφρά κουνήθηκαν σαν να τα χάιδεψε ένα αγέρι. Δεν άντεξε ο Ορέστης, λιπόθυμο τον πήρε το 166. Λιποθυμικό επεισόδιο γράψανε οι γιατροί στο βιβλίο τους. Στο ίδρυμα δεν ξαναπήγε. Η Άννα πήγαινε πότε-πότε με πατερίτσες και με την βοήθεια της Μολδαβής να δει το παιδί της... 'Ένα Σάββατο πρωί, κτύπησε νωρίς το τηλέφωνο στο εργαστήριο της «Ζαχαροπλαστικής "ΤΟ OSKAR"» . Δεν ήταν πελάτης. ΄Ηταν ο Δντης του ιδρύματος. «Ο Μανώλης πέθανε. Τον βρήκαν στο κρεβάτι του νεκρό το ξημέρωμα». Το πιστοποιητικό έγραφε, πνιγμός από αναρρόφηση κατά τον ύπνο. ΄Ήταν 18 χρονών. Με τον Ορέστη σπάνια συναντιόμαστε. Τα νέα του τα μάθαινα από στενά συγγενικά του πρόσωπα που τότε ζούσαν στο περιβάλλον μου. Ήμουν σίγουρη ότι και εκείνος μάθαινε τα δικά μου, από το ίδιο κανάλι πληροφόρησης. Υπήρχε μια αμοιβαία εκτίμηση έως συμπάθεια μεταξύ μας πολύ πριν ακόμη βρεθούμε στο μετερίζι απ’ όπου ο καθένας έδινε τον δικό του αγώνα. Ένα Κυριακάτικο πρωί, κατακαλόκαιρο, πήγα με τα κορίτσια μου για μπάνιο στην πλάζ της Βούλας. Εκεί συνάντησα τον Ορέστη, ηλιοκαμένο, μια χαρά μέσα στο μαγιό του, ούτε που του φαινότανε ότι είχε περάσει τα πενήντα. Με είδε πρώτος. Με φώναξε με ολοφάνερη χαρά με το όνομά μου. - «Τι κάνεις, τι κάνουν οι κούκλες σου;» - «Καλά είναι, εδώ τις έχω, να εκεί κολυμπούν» Εσύ πώς πάς; - Μια χαρά είμαι (φαινότανε) ξέρεις ξαναπαντρεύτηκα. Να σου συστήσω την γυναίκα μου. «Νατάσσα έλα δω, μην ντρέπεσαι μια παλιά καλή μου φίλη είναι η κυρία.» Της έδωσα το χέρι με ανυπόκριτο χαμόγελο. Δεν αιφνιδιάστηκα με τα νέα του. Τα είχα μάθει με όλες τις λεπτομέρειες, αλατοπιπερομένες. Ο Έρωτας τον έβαλε στο σημάδι, και η κατά 27 χρόνια νεώτερή του Νατάσσα, τον πήρε από το χέρι και τον ταξίδεψε σε πελάγη ευτυχίας, μακριά από την γωνιά της γης που είχε γράψει και θάψει την δική του αληθινή ιστορία. Λυγερή

Σχόλια

Και 'ζήσαν αυτοί καλά

Εικόνα Soula
Και ζησαν αυτοι καλα την ηρεμη απο εγνοιες ζωη τους η η ζωη συνεχιζεται αν θες... και οι υπολοιποι στον πονο τους. Σου σφιγγω σφικτα το χερι και περιμενω με αγωνια την επομενη αληθινη σου ιστορια. Με εκτιμηση, Σουλα
like1

Kαι ζήσαν αυτοί... αλλά κανείς καλά!

Εικόνα arlekinos
Αντί σχολίου... Αλήθεια... Τα άλλα τρία παιδιά πώς ζουν;
like1

Απλώς υπέροχο

Εικόνα Μαριλένα Κοιλανιώτη
Γράφεις καταπληκτικά, Λυγερή, τι να πω το σχόλιο είναι περιττό.. Παρεμπιπτόντως, θέλω να διαβάσω πρώτα ό,τι έχεις γράψει για το κέντρο σας στον Πειραιά και μετά να είχα την ευκαιρία να μιλήσουμε κατ' ιδίαν (είναι αιτηματάκι αυτό :-)) Την αγάπη μου, Μαριλένα
like2

Ευχαριστώ

Εικόνα ligeri
Ευχαριστώ Μαριλένα, Βέβαια στόχος μου δεν είναι ένα καλογραμμένο ανάγνωσμα που να συγκινεί και να σέβεται τον αναγνώστη Δεν είναι απλά χρονογραφήματα οι ιστορίες μου. Είναι ρημαγμένες ζωές που την κραυγή τους παίρνω για προσάναμμα στην ελπίδα για την δημιουργία μιας νέας αντίληψης της κοινωνίας, της πολιτείας ακόμη και του Θεού (θέέ μου συγχώρεσέ με που άνθρωπο σε αναγκάζω μέσα μου) για τα Ελληνόπουλα ΑμεΑ. Έναν κόκκο άμμου επιχειρώ, να προσθέσω στην οικοδόμηση μιας νέας αντίληψης για την κοινωνική ευθύνη ,που έχει ο καθένας μας, απέναντι στα Παιδιά με Ειδικές Ανάγκες Όλοι μπορούμε να συμβάλλουμε σ' αυτό με τις τοποθετήσεις μας και τις από καρδιάς παρεμβάσεις μας. Όταν η νέα αυτή αντίληψη περάσει, σιγά-σιγά στην συνείδηση όλων των Ελλήνων, θα γίνει ρεύμα που δεν γυρίζει πίσω.. Αυτά γιατί ,δεν σου κρύβω ότι νοιώθω την ανάγκη ,σε κάποιους ιδιαίτερα, και δεν εξαιρώ τους παλιούς μου φίλους, να δώσω μια εξήγηση για το μπαϊράκι που έχω σηκώσει μέσα στο διαδίκτυο. Για οποιαδήποτε πληροφορία επί παντός που ξέρω και μπορώ, είμαι στην διάθεσή σου. [ligeri@otenet.gr] Με αγάπη
like2

Αχ! Αυτή η ζωή!!!

Εικόνα -mageandi
Αγαπημένη μου κα Λυγερή μου, να που στην ζωή τελικά υπάρχουν και χειρότερα απ΄οτι νομίζουμε για ότι μας συμβαίνει, αλλά πως να πεις για την οικογένεια της Αννας και του Ορέστη το παραμικρό σχόλιο σύγκρισης ή έστω απλού σχολιασμού με τις δικές μας οικογένειες; Αλήθεια, τελικά τι είναι η αναπηρία; Τελικά μπορεί κάποιος να διακρίνει ευκρινώς τα όρια ανάμεσα στο τυπικό και το ανάπηρο; Δυό μάτια, δυο χέρια, δυο πόδια, το σώμα και κυρίως η ψυχή! Στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης που όλοι διαθέτουμε! Τι κι αν τα μάτια δεν βλέπουν, τι κι αν τα αυτιά δεν ακούν, τι κι αν τα χέρια δεν δημιουργούν τι κι αν το σώμα δε ζει; Η ψυχή ΥΠΑΡΧΕΙ, ολοζώντανη, ολοκάθαρη!! Δυστυχώς κα Λυγερή μου, οι ιστορίες που πολύ εύστοχα, αν και τραγικές, δημοσιεύετε, είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας μας. Ο Ορέστης και η Αννα είναι όλοι εμείς που ξεκινάμε με όνειρα και έρωτα ΑΛΛΑ η Ζωή, μας τα ανατρέπει παταγωδώς! Ο Μανωλιός είναι το ειδικό παιδί μας που καθώς θα μεγαλώνει, αλλίμονο εμείς ..θα μικραίνουμε. ...Εχω πει πολλές φορές και δεν θα τσιγγουνευτώ ακόμα μία, ο δρόμος της αναπηρίας είναι γολγοθάς όμως, θέλει θάρρος, ελπίδα στο Θεό, και πρωτίστως ΑΓΑΠΗ για τα γλυκύτατα αυτά πλασματάκια που μας χάρισε ο Θεός και μας εμπιστεύτηκε την ζωή τους, να την φτιάξουμε καλύτερη και ανώτερη. Θάρρος και ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά!! Με πολύ αγάπη Μαίρη Βελλή
like4

Βρείτε ένα θέμα άμεσα!

Αφίσα της δράσης Μένουμε Ενωμένοι, μία πρωτοβουλία του noesi.gr για την εξ αποστάσεως υποστήριξη κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19.
✰ Ψηφιακή Αλληλεγγύη NOESI.gr
Η νόηση στο διαδίκτυο είναι μία κοινότητα μελών με Βιολόγια με προσωπικές εμπειρίες, που τροφοδοτούν συζητήσεις, και Οδηγούς, μία κοιτίδα γνώσης. Οι Ομάδες εμφανίζουν τα posts ανά τοποθεσία ή θέμα και η Αρχική τα πιο πρόσφατα.
Οδηγίες​ για να γράψετε "Βιολόγιο". Για να δημοσιεύσετε, μπείτε ως μέλος (Login). Μετά, από το μενού Πλοήγηση επιλέξτε Δημοσιεύστε νέο κείμενο. Επιλέξτε είδος ανάρτησης, συμπληρώστε τη φόρμα με κείμενο, πατήστε Ανάρτηση.